ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΣΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

Ο τάφος στον Μπουζέντο 

Das Grab im Busento

Αλάριχος  –  Alarich

Βρισκόμαστε στις αρχές του 400 μ.Χ. Ας δούμε τι συνέβαινε εκείνα τα χρόνια στην Ελλάδα και στην Ιταλία. Η πάλαι ποτέ κραταιά  και ένδοξη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ήταν χωρισμένη σε δύο ανεξάρτητα τμήματα, στο Ανατολικό και στο Δυτικό τμήμα της Αυτοκρατορίας, αλλά τόσο η Ελλάδα όσο και η Ιταλία δοκιμάζονταν σκληρά από τις επιθέσεις, τις επιδρομές και τις λεηλασίες των βαρβαρικών φύλων, που στο πέρασμά τους κατάστρεφαν και πυρπολούσαν τα πάντα.

Μέσα σ’ αυτό το κλίμα του αναβρασμού και της ανασφάλειας, ο νεαρός αρχηγός των Βησιγότθων (Westgoten) Αλάριχος (Alarich),  κατάφερε να τους ξεσηκώσει σε εθνικό πόλεμο εναντίον της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (δηλ. εναντίον των Βυζαντινών). Οι Γότθοι, που είχαν εγκατασταθεί στη βόρεια πλευρά της Βαλκανικής χερσονήσου, ξεχύνονται στην Ελλάδα και προβαίνοντας σε λεηλασίες πολιόρκησαν την Αθήνα. Ξαφνικά και χωρίς κανένα λόγο έλυσαν την πολιορκία και δεν προέβησαν σε άλλες καταστροφές γιατί, λέγεται, πως  ο Αλάριχος, είδε τη θεά Αθηνά και τον Αχιλλέα πάνω στις επάλξεις να υπερασπίζονται πάνοπλοι την πόλη. Αυτά θέλει η παράδοση. Στη συνέχεια, πέρασε στην Πελοπόννησο και αφού λεηλάτησε την Κόρινθο, το Άργος και την Σπάρτη στράφηκε προς την Ήπειρο, όπου και παράμεινε για τέσσερα χρόνια.

Η βυζαντινή διπλωματία της Κωνσταντινούπολης για να τον καλοπιάσει, του χορήγησε τον στρατιωτικό τίτλο του «αρχιστρατήγου του Ιλλυρικού». Μετά απ’ αυτόν το κολακευτικό τίτλο, οι αρχηγοί των Γότθων ανακήρυξαν τον Αλάριχο βασιλιά τους και  εγκαταλείπουν τα ελληνικά εδάφη, περνώντας απέναντι στην Ιταλία, την οποία καταλεηλατούν. Πολιορκούν τη Ρώμη τρεις φορές. Την τελευταία φορά, το 410 μ.Χ., ο Αλάριχος εισέρχεται νικητής στην Αιώνια Πόλη και επιτρέπει στους πολεμιστές του να προβούν σε λεηλασίες, σφαγές και πυρπολήσεις ναών και σπιτιών για τρεις ημέρες. Οι Γότθοι λαφυραγώγησαν τα πάντα.

Πάντως, ο Αλάριχος δεν παράμεινε στην Ρώμη, αλλά κατευθύνθηκε με όλον τον στρατό του προς την Κάτω Ιταλία, επειδή ήθελε να περάσει με πλοία στη Βόρεια Αφρική και να εγκατασταθεί εκεί μόνιμα. Ισχυρή, όμως, τρικυμία διασκόρπισε τον στόλο και έτσι αναγκάστηκε να επιστρέψει στην πόλη Κοζέντσα της Καλαβρίας, όπου ασθένησε αιφνίδια και πέθανε. Ήταν Δεκέμβριος του 410 μ.Χ.

Οι Γότθοι του, ακολουθώντας παλιό γερμανικό έθιμο, αφού εκτρέψαν τον ποταμό Μπουζέντο, που διαρρέει την πόλη Κοζέντσα, έσκαψαν στην κοίτη του έναν υπόγειο θάλαμο, όπου απέθεσαν τον νεκρό Αλάριχο πάνοπλο, καβάλα στο άλογό του. Μετά επανάφεραν το ρεύμα του ποταμού στην αρχική κοίτη, οπότε τα νερά κάλυψαν τον τάφο για πάντα (μέχρι σήμερα δεν είναι γνωστό το σημείο που θάφτηκε  ο Αλάριχος). Μετά τον ενταφιασμό, έσφαξαν όλους τους αιχμαλώτους πολέμου, που εργάστηκαν για την εκτροπή του ποταμού, ώστε να μην μάθει κανείς το μέρος που αναπαύεται ο βασιλιάς των Βησιγότθων και συλήσει τον τάφο του.

Αυτό το ιστορικό γεγονός έδωσε αφορμή στον Γερμανό λογοτέχνη August Graf von Plaaten να συνθέσει το ποίημά του “Das Grab im Busento”, στο οποίο παρουσιάζει με επιβλητικό τρόπο το νυκτερινό σκηνικό της ταφής του Αλάριχου στον ποταμό Μπουζέντο της Κάτω Ιταλίας.

(Η ποιητική προσαρμογή στα Ελληνικά που ακολουθεί, έγινε από τον συγγράψαντα το παρόν άρθρο).

               Ο ΤΑΦΟΣ ΣΤΟΝ ΜΠΟΥΖΕΝΤΟ

Είναι νύχτα. Στον Μπουζέντο σιγαλά τραγούδια ηχούν,

           Τα νερά του αντηχούνε και οι δίνες του απαντούν.

Στο ποτάμι πάνω-κάτω σέρνονται ίσκιοι άξιων Γότθων,

           Τον Αλάριχο θρηνώντας, της γενιάς τους τον πιο πρώτον.

Μακριά απ’ την πατρίδα, μες τη γη του στρων’ κρεβάτι

           Με της νιότης τα πλοκάμια να του χύνονται στην πλάτη.

Και στις όχθες του Μπουζέντο επαράβγαιναν στον κόπο,

           Το ποτάμι για να στρίψουν, έσκαβαν καινούργιο τόπο.

Μεσ’ στην άδεια κοίτη τώρα, έφτιαξαν βαθύ κελάρι

            Και κατέβασαν το πτώμα, με τα όπλα, καβαλάρη.

Ξανασκέπασαν με χώμα και αυτόν κι ό,τι είχε κτήμα,

             Να φυτρώσουνε καλάμια απ’ του ήρωα το μνήμα.

Στρίψανε ξανά το ρεύμα μεσ’ στην κοίτη την παλιά του

             Κι άφρισε άγρια ο Μπουζέντο με τα μαύρα τα νερά του.

Κι έψαλλε χορός απ’ άντρες: «Ήρωα τρανέ, κοιμήσου.

             Απληστία των Ρωμαίων δεν θ’ αγγίξει το κορμί σου

Έτσι έψαλλαν. Και οι ύμνοι στο στρατόπεδο των Γότθων

                                                                                αντηχούσαν δυνατά.

Κύλησέ τους, ω Μπουζέντο, φέρε τους με τα νερά σου

                                                                                εις τα πέλαγα μακριά!

 

Bλέπε επίσης / Siehe auch:

http://www.trigono.info/?p=5150#more-5150

Τα άρθρα μου στον Τύπο
Trigono
e-thessalia